Ταγκρέδος

Ταγκρέδος
(Tancrède, ; – 1112). Νορμανδός τυχοδιώκτης. Ήταν εγγονός του Ροβέρτου Γυϊσκάρδου και ανιψιός του Βοημούνδου, τον οποίο ακολούθησε το 1096 κατά την πρώτη σταυροφορία. Στην αρχή αρνήθηκε να ορκιστεί πίστη στον Έλληνα αυτοκράτορα και έφυγε από την Κωνσταντινούπολη. Αργότερα ξαναγύρισε στο στρατόπεδο των σταυροφόρων και ορκίστηκε υποτέλεια. Κατά την προέλαση του στρατού εγκατέλειψε το κύριο σώμα, βάδισε προς την Κιλικία και κατέλαβε την Ταρσό, από όπου όμως εκδιώχτηκε από τον Βαλδουίνο. Κατέλαβε τα Άδανα και προχώρησε προς την Αντιόχεια όπου και πήρε μέρος στην πολιορκία της. Το 1096 επιχείρησε να ιδρύσει δικό του κράτος στη Γαλιλαία. Στην αρχή απέτυχε, αλλά αργότερα ο Γοδεφρείδος του έδωσε την ηγεμονία της χώρας αυτής. Το 1100 προσπάθησε, αλλά μάταια, να καταλάβει την Ιερουσαλήμ. Δόλιος και επίορκος, επωφελήθηκε πολλές φορές από τις ατυχίες και των συμμάχων του για να αρπάξει τις χώρες τους. Προκάλεσε έτσι την εχθρότητα και των Λατίνων. Επωφελήθηκε από τις δυσχέρειες του Βυζαντίου και κατέλαβε την Κιλικία. Νίκησε πολλές φορές τους Τούρκους. Ο Τάσο στο έργο του Απελευθερωμένη Ιερουσαλήμ παρουσιάζει τον Τ. ως υπόδειγμα ιππότη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Βοημούνδος — (Bohemond). Εξελληνισμένο όνομα ηγεμόνων της Αντιόχειας και κομητών της Τρίπολης της Συρίας. 1. Β. Α’ (1050 – 1111). Ηγεμόνας της Αντιόχειας (1098 1104) και ένας από τους αρχηγούς της Α’ Σταυροφορίας. Πρωτότοκος γιος του Ροβέρτου Γυισκάρδου,… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Καμπρά, Αντρέ — (André Campra, Εξ αν Προβάνς 1660 – Βερσαλίες 1744). Γάλλος συνθέτης. Από την παιδική του ηλικία ήταν μέλος της εκκλησιαστικής χορωδίας. Αργότερα, μετά τη σύνθεση ενός μονέτου, επιδόθηκε σε συστηματικότερες μουσικές σπουδές, ενώ εργάστηκε ως… …   Dictionary of Greek

  • Ντισραέλι, Μπέντζαμιν — (Benjamin Disraeli, Λονδίνο 1804 – 1881). Άγγλος πολιτικός και συγγραφέας. Από ισραηλιτική οικογένεια που είχε εγκατασταθεί στη Μεγάλη Βρετανία όχι από πολύ καιρό, διακρίθηκε γρήγορα για το οξύ πνεύμα του και μπήκε στην πολιτική ζωή με την… …   Dictionary of Greek

  • Φαργκ, Λεόν Πολ — (Farque, 1876 – 1947). Γάλλος ποιητής. Άρχισε να ασχολείται με την ποίηση σε νεαρή ηλικία και το 1894 δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα· θεωρείται ένας από τους αξιολογότερους νεότερους Γάλλους ποιητές, ο οποίος, μαζί με τους Πολ Βαλερί και Βαλερί …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”